ATM: Γιατί οι τράπεζες παγώνουν τα σχέδια νέων εγκαταστάσεων

Τέλος στην επέκταση των δικτύων ΑΤΜ βάζουν οι ελληνικές τράπεζες, ύστερα από τη νομοθετική ρύθμιση της κυβέρνησης για τις προμήθειες, που όπως επισημαίνουν τραπεζικά στελέχη, μετέτρεψε τα αυτόματα μηχανήματα ανάληψης σε… πηγή ζημιών.
Σύμφωνα με την Ελληνική Ένωση Τραπεζών, το δίκτυο των ΑΤΜ, εντός και εκτός καταστημάτων, αυξήθηκε το 2024 κατά 100 μηχανήματα, φτάνοντας συνολικά τις 6.167 συσκευές.
Η Τράπεζα Πειραιώς διατηρούσε το μεγαλύτερο δίκτυο, με πάνω από 2.000 μηχανήματα, τα μισά εκτός καταστημάτων, γεγονός που την οδήγησε σε συμφωνία με ιδιωτική εταιρεία για λειτουργία ΑΤΜ εκτός δικτύου.
Η νομοθετική παρέμβαση, που προέβλεψε μηδενισμό των προμηθειών για αναλήψεις από τρίτες τράπεζες, στέρησε κρίσιμα έσοδα και ταυτόχρονα οδήγησε σε αύξηση της χρήσης μετρητών. Τον Αύγουστο καταγράφηκε ασυνήθιστη άνοδος αναλήψεων, φουσκώνοντας το κόστος διαχείρισης.
Οι διοικήσεις θεωρούν πως ο μήνας των διακοπών δεν είναι ενδεικτικός, αλλά παρακολουθούν ανήσυχες την εξέλιξη, καθώς τα δίκτυα ATM έχουν μετατραπεί σε εστίες ζημιών. Με τις χρεώσεις να καθορίζονται πλέον κεντρικά, δεν υπάρχουν περιθώρια για νέες προμήθειες, ενώ η απόσυρση μηχανημάτων εγκυμονεί κινδύνους κοινωνικών αντιδράσεων.
Έτσι, οι τράπεζες συμφωνούν ότι:
  • Πρέπει να «παγώσουν» νέα σχέδια εγκατάστασης ΑΤΜ.
  • Θα εξετάσουν σταδιακή απόσυρση μηχανημάτων που δεν είναι απαραίτητα για την εξυπηρέτηση.
Η λειτουργία των ΑΤΜ κοστίζει ακριβά: η αγορά και εγκατάσταση αγγίζει τα 100.000 ευρώ, η τροφοδοσία με μετρητά απαιτεί συνεργασία με εταιρείες φύλαξης, ενώ η συντήρηση και οι αναβαθμίσεις φθάνουν τα 5.000 ευρώ ετησίως ανά συσκευή. Προστίθενται ακόμη λειτουργικά έξοδα, όπως το χαρτί αποδείξεων.
Στο παρελθόν, αυτά τα κόστη καλύπτονταν από τις υψηλές προμήθειες. Όμως, μετά τη ρύθμιση, οι τράπεζες χάνουν περίπου 25 εκατ. ευρώ τον χρόνο, με αποτέλεσμα το καθαρό ισοζύγιο να γίνεται αρνητικό και τα ΑΤΜ να θεωρούνται πλέον ζημιογόνα.