Βαγγέλης Πιλάλης: Mission Economy vs Coffee Economy
Μια Θεσμική Στρατηγική Παραγωγικής Μετάβασης για την Ελλάδα
του Βαγγέλη Πιλάλη*
Η ελληνική οικονομία έχει εισέλθει σε μια περίοδο σχετικής σταθερότητας, αλλά όχι σε περίοδο δομικής ανθεκτικότητας. Παρά την πρόοδο σε ορισμένους μακροοικονομικούς δείκτες, οι διαρθρωτικές αδυναμίες παραμένουν ενεργές: χαμηλή παραγωγικότητα, μικρή κλίμακα επιχειρηματικότητας, περιορισμένη τεχνολογική ενσωμάτωση και χαμηλή ικανότητα προσέλκυσης επενδύσεων μεγάλης προστιθέμενης αξίας.
Το βασικό πρόβλημα δεν είναι συγκυριακό, αλλά δομικό. Το λεγόμενο «ελληνικό παράδοξο» – χαμηλή παραγωγικότητα σε συνδυασμό με υψηλό κόστος ζωής – δημιουργεί ένα σταθερό χάσμα μεταξύ ονομαστικών μισθών και πραγματικής αγοραστικής δύναμης. Οι μισθοί δεν αυξάνονται λόγω δημιουργίας νέας αξίας, αλλά λόγω αύξησης του κόστους επιβίωσης. Αυτό συμπιέζει την ανταγωνιστικότητα, την ώρα που η αγορά παρουσιάζει υψηλή συγκέντρωση και ισχυρή διαπραγματευτική ισχύ υπέρ των επιχειρήσεων.
Η Φθινοπωρινή Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επιβεβαιώνει αυτή τη διάγνωση: η ελληνική ανάπτυξη στηρίζεται δυσανάλογα σε τομείς χαμηλής παραγωγικότητας τουρισμό, εστίαση, λιανικό εμπόριο – ενώ η επίδραση του RRF θα εξασθενήσει σταδιακά μετά το 2026. Η προσέγγιση της Κομισιόν παραμένει ωστόσο στενά δημοσιονομική: δαπάνες, ισοζύγιο, μισθολογικό κόστος. Χρήσιμοι δείκτες, αλλά ανεπαρκείς για μια οικονομία που χρειάζεται αναδιάρθρωση παραγωγικού υποδείγματος.
Από τη σκοπιά της θεσμικής και μετακεϋνσιανής οικονομικής θεωρίας, η συζήτηση μετατοπίζεται από το κόστος στην ικανότητα παραγωγής αξίας. Η σύγχρονη προοδευτική προσέγγιση δεν εστιάζει σε υπερβολική αναδιανομή, αλλά στην ενίσχυση της παραγωγικότητας μέσω θεσμικής ικανότητας. Η εμπειρία δείχνει ότι οικονομίες με ισχυρό δημόσιο συντονισμό – όχι απαραίτητα μεγάλο κράτος – μπορούν να επιτύχουν ταχύτερη τεχνολογική μετάβαση και υψηλότερη συνολική παραγωγικότητα.
Σε αυτό το περιβάλλον, η ελληνική «Coffee Economy» λειτουργεί ως εμπόδιο. Πρόκειται για ένα μοντέλο όπου η αναπτυξιακή δυναμική στηρίζεται σε κατανάλωση χαμηλής αξίας και εποχικότητα. Το 43% των νέων θέσεων εργασίας δημιουργήθηκε σε αυτούς τους τομείς, αναπαράγοντας μια οικονομία χαμηλής έντασης γνώσης. Η εξάρτηση από τουρισμό και υπηρεσίες περιορίζει τη δυνατότητα τεχνολογικής αναβάθμισης, αποθαρρύνει επενδύσεις και ενισχύει τη διαρροή ταλέντου.
Η εναλλακτική προσέγγιση είναι η Mission Economy: μια στρατηγική όπου το κράτος λειτουργεί ως καταλύτης δημιουργίας νέων αγορών. Πρόκειται για στοχευμένες εθνικές «αποστολές» (missions) οι οποίες κινητοποιούν επενδύσεις, τεχνολογία και ανθρώπινο κεφάλαιο με τρόπο που η αγορά από μόνη της δεν θα μπορούσε να πετύχει. Το ζητούμενο δεν είναι η υποκατάσταση της αγοράς, αλλά η συμπληρωματική θεσμική καθοδήγηση.
Σε αυτή τη θεσμική λογική εντάσσεται και η μετάβαση στην tokenization economy. Η ψηφιακή αναπαράσταση περιουσιακών στοιχείων – από ακίνητα έως απαιτήσεις και υβριδικό συνδυασμό καθαρών πράσινων επενδύσεων και ορυκτού πλούτου – δημιουργεί ένα νέο πλαίσιο χρηματοδότησης, κλασματοποίησης και διαφάνειας. Η Ελλάδα έχει την ευκαιρία να λειτουργήσει ως πρώιμος υιοθετητής, αξιοποιώντας το μικρό μέγεθος της οικονομίας ως πλεονέκτημα ταχείας ρυθμιστικής προσαρμογής. Η tokenization economy δεν αφορά κρυπτονομίσματα, αφορά πρώτα από όλα την επιτάχυνση της ροής κεφαλαίου σε πραγματικές παραγωγικές χρήσεις και τη μείωση του κόστους χρηματοδότησης.
Ένας τομέας όπου αυτή η κεντρική λογική της «αποστολής» μπορεί να εφαρμοστεί άμεσα είναι η αξιοποίηση των περίπου 800.000 κενών κατοικιών. Η πρόταση για ανακαίνιση και ενεργειακή αναβάθμιση 500.000 κατοικιών σε ορίζοντα επταετίας, με εγγύηση 80% από την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα, επιδότηση επιτοκίου 50% και 15ετη εξασφαλισμένη αποπληρωμή, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα mission-oriented πολιτικής. Δεν αφορά μόνο τη στέγαση. Δημιουργεί νέα αγορά υλικών, τεχνικών υπηρεσιών, ενεργειακών εφαρμογών και ψηφιακών λύσεων διαχείρισης ακινήτων. Προσθέτει παραγωγικότητα στον κατασκευαστικό κλάδο και λειτουργεί ως μοχλός αναβάθμισης δεξιοτήτων.
Για να υλοποιηθεί μια τέτοια στρατηγική απαιτείται θεσμική συνέχεια: σταθερή ρυθμιστική αρχιτεκτονική, διαφανείς μηχανισμοί συνεργασίας δημόσιου – ιδιωτικού τομέα, ψηφιακό Δημόσιο και χρηματοδοτικά εργαλεία που μειώνουν τον κίνδυνο για επενδυτές και νοικοκυριά. Η οικονομική πολιτική πρέπει να μετακινηθεί από το μοντέλο «διορθώνω αγορές» στο μοντέλο «δημιουργώ αγορές».
Η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να προσεγγίσει το 80% της ευρωπαϊκής παραγωγικότητας την επόμενη δεκαετία. Αυτό όμως απαιτεί μια συνεκτική θεσμική στρατηγική, όχι αποσπασματικές παρεμβάσεις. Μια στρατηγική που δεν υπόσχεται μόνο περισσότερους πόρους, αλλά καλύτερη αξιοποίησή τους. Η αναπτυξιακή βιωσιμότητα δεν θα προκύψει από την επέκταση του υφιστάμενου μοντέλου, θα προκύψει από τον μετασχηματισμό του.
Για τη θεωρητική συζήτηση περί ανισοτήτων: η συμβολή του Thomas Piketty είναι σημαντική, όμως η εφαρμοσμένη πολιτική απαιτεί μηχανισμούς παραγωγής αξίας και θεσμικές παρεμβάσεις υψηλής αποδοτικότητας.
*Ο Βαγγέλης Πιλάλης είναι Τραπεζικό Στέλεχος – πρώην μέλος ΔΣ ΕΑΤ – Οικονομολόγος
Το money-money.gr είναι πιστοποιημένο μέλος του μητρώου on line media