Fitch: Σταθερή αξιολόγηση ΒΒ για την Ελλάδα

Την αξιολόγηση BB για την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας, με σταθερό το outlook επιβεβαίωσε η Fitch. H αξιολόγηση αντικατοπτρίζει το αδύναμο μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό, τα πολύ υψηλά, προς το παρόν, επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) τα πολύ μεγάλα αποθεματικά της γενικής κυβέρνησης και το καθαρό εξωτερικό χρέος. Οι αδυναμίες εξισορροπούνται από τα υψηλά επίπεδα κατά κεφαλήν εισοδήματος σε σχέση με τις άλλες χώρες που αξιολογούνται με «BB», και τις υψηλές βαθμολογίες για τη κυβερνητική πολιτική.

Όπως αναφέρει η Fitch, η σταθερή προοπτική αντικατοπτρίζει την άποψή της για τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών της Ελλάδας, ακόμη και μετά από το σοβαρό σοκ για την οικονομία και τα δημόσια οικονομικά από την πανδημία, και παρά τους σημαντικούς κινδύνους για τις οικονομικές προοπτικές.

Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης ήταν 9,7% του ΑΕΠ το 2020, μεγαλύτερο από τη μέση εκτίμηση για τις χώρες σε επίπεδο «BB» που ήταν στο 8%. Για το τρέχον έτος, η Fitch αναμένει ένα γενικά αμετάβλητο έλλειμμα (9,5%), δεδομένης της υψηλότερης από την αναμενόμενη προηγούμενης πολιτικής στήριξης σχετικά με την πανδημία για την οικονομία. Η Fitch προέβλεπε τον προηγούμενο Ιανουάριο το έλλειμμα να διαμορφωθεί στο 7,2%.

Οι κυβερνητικές πολιτικές για τη στήριξη της οικονομίας στην κρίση της Covid-19 εκτιμάται πως θα επιδεινώσει το έλλειμμα κατά 14,3 δισεκατομμύρια ευρώ (8,3% του προβλεπόμενου ΑΕΠ) για φέτος. Η Fitch αναμένει πως το δημόσιο έλλειμμα θα μειωθεί το 2022 στο 4,8%, καθώς τα μέτρα στήριξης πανδημίας χαλαρώνουν και η οικονομική ανάκαμψη υποστηρίζει τα έσοδα. Το έλλειμμα αναμένεται στη συνέχεια να μειωθεί περαιτέρω το 2023 στο 2,8%.

Η Fitch αναφέρει πως το δημόσιο χρέος έφτασε στο 205,6% του ΑΕΠ το 2020. Οι προβλέψεις μας για τα δημόσια οικονομικά είναι σύμφωνες με την αναλογία χρέους που κορυφώθηκε φέτος στο 207% του ΑΕΠ. Ο οίκος αναμένει πως ο δείκτης χρέους θα μειωθεί τα επόμενα δύο χρόνια, φτάνοντας το 192,6% έως το 2023.

Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας έχει αυξηθεί απότομα λόγω της πανδημίας και το απόθεμα χρέους θα παραμείνει πολύ μεγάλο για μεγάλο χρονικό διάστημα, αναφέρει η Fitch. Ταυτόχρονα, όμως βλέπει ελαφρυντικούς παράγοντες που υποστηρίζουν τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους, όπως το απόθεμα ρευστού ενεργητικού της Ελλάδας στο 19% του προβλεπόμενου ΑΕΠ και ο ευνοϊκός χαρακτήρας της συντριπτικής πλειονότητας του χρέους της χώρα. Επίσης, η μέση διάρκεια του ελληνικού χρέους είναι μεγάλη και ως επί το πλείστον σταθερό επιτόκιο, μειώνοντας τον κίνδυνο από την αύξηση των επιτοκίων.

Επιπλέον, και το σημαντικότερο όπως αναφέρει η Fitch, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει συμπεριλάβει ελληνικά κρατικά ομόλογα στο πρόγραμμα αγοράς έκτακτης ανάγκης πανδημίας (PEPP), σε αντίθεση με ότι συνέβαινε στο παρελθόν. Με βάση το μερίδιο κεφαλαίου της Ελλάδας στην ΕΚΤ, αυτό θα επέτρεπε την αγορά έως και 37 δισεκατομμυρίων ευρώ (περίπου 22% του ΑΕΠ) ομολόγων ελληνικού δημοσίου στη δευτερογενή αγορά από το Ευρωσύστημα. Από τα τέλη Μαΐου, το Ευρωσύστημα είχε αγοράσει 25,7 δισεκατομμύρια ευρώ ομολόγων ελληνικού δημοσίου. Αυτό παρέχει μια σημαντική πρόσθετη πηγή ευελιξίας χρηματοδότησης και συμβάλλει στη διατήρηση της διαχείρισης του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους. Τους τελευταίους έξι μήνες, η Ελλάδα έχει εκδώσει έναν συνδυασμό νέων και τεσσάρων μακροπρόθεσμων ομολόγων με χαμηλά επιτόκια.

Η ελληνική οικονομία έχει αποδώσει καλύτερα από ό, τι περίμενε ο Fitch τους τελευταίους έξι μήνες, παρά την επανεισαγωγή σοβαρών περιορισμών το φθινόπωρο 2020 και τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους λόγω των κυμάτων μολύνσεων από τη πανδημία. Η οικονομία συρρικνώθηκε 8,2% το 2020 σε σύγκριση με την εκτίμησή της Fitch για ύφεση 10,2%, προτού επεκταθεί το 2,5% το πρώτο τρίμηνο του 2ο21 σε σχέση με το 4ο τρίμηνο του 2020. Οι βραχυπρόθεσμοι δείκτες δείχνουν έντονη δραστηριότητα το 2ο τρίμηνο του 2021, με την Fitch να υποθέτει πως τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης που διατίθενται στην Ελλάδα ως επιχορηγήσεις θα αρχίσουν να χρησιμοποιούνται φέτος, ενισχύοντας περαιτέρω τις προοπτικές ανάπτυξης.

Στην έκθεσή της η Fitch προβλέπει ανάπτυξη το 2021 ύψους 4,3%, από 3% που προέβλεπε μέχρι πρόσφατα, λόγω της καλύτερης επίδοσης του πρώτου τριμήνου. Για το 2022 προβλέπει ανάπτυξη 5,3%, ενώ για το για το 2023 αύξηση του ΑΕΠ πάνω από την τάση του 3,5%

Στους βραχυπρόθεσμους κινδύνους για την Ελληνική οικονομία, η Fitch αναφέρει μια ενδεχόμενη αύξηση των μολύνσεων από τη Covid-19, που θα οδηγήσει σε νέους περιορισμούς στην Ελλάδα και θα αποθαρρύνει τους τουρίστες να ταξιδέψουν τους καλοκαιρινούς μήνες. Ένας περαιτέρω κίνδυνος για τις προβλέψεις της είναι ο αντίκτυπος της πανδημίας στην αγορά εργασίας μετά την ανατροπή των μέτρων στήριξης. Ένα δομικά υψηλότερο ποσοστό ανεργίας θα μπορούσε να επηρεάσει το αναπτυξιακό δυναμικό της οικονομίας.

Οι προβλέψεις της Fitch, όπως σημειώνει, δεν ενσωματώνουν τον αντίκτυπο από τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης. Η συνιστώσα δανείων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της ελληνικής κυβέρνησης έχει ανώτατο όριο 12,7 δισεκατομμυρίων ευρώ (περίπου 7% του ΑΕΠ του 2019). H Fitch αναφέρει πως θα συμπεριλάβουμε τον αντίκτυπο αυτών καθώς θα διατεθούν περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα σχετικά έργα και τη χρηματοδότηση.

Η απότομη συρρίκνωση των εσόδων από υπηρεσίες που σχετίζεται με τον τουρισμό οδήγησε σε σημαντική διεύρυνση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών το 2020 σε 6,7% του ΑΕΠ από 1,5% το 2019. Ο οίκος αναμένει μόνο μια μέτρια μείωση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών τα επόμενα τρία χρόνια, σε 5,7% φέτος και 4,3% έως το 2023.

Το καθαρό εξωτερικό χρέος αυξήθηκε απότομα το 2020, στο 169,1% του ΑΕΠ. Οι κίνδυνοι που απορρέουν από το υψηλό εξωτερικό χρέος της Ελλάδας μετριάζονται από ένα μεγάλο μερίδιο των υποχρεώσεων σε ευρώ που οφείλονται στους επίσημους πιστωτές και από ένα αρκετά χαμηλό επίπεδο ευπάθειας στο κλίμα της εξωτερικής αγοράς.

Ο τραπεζικός τομέας παραμένει μια αδυναμία για το πιστωτικό προφίλ της κυβέρνησης, αλλά έχει δει βελτιώσεις στις μετρήσεις ποιότητας περιουσιακών στοιχείων. Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPL) μειώθηκε σε 30,1% από 40,6% κατά τη διάρκεια του 2020, λόγω συναλλαγών τιτλοποίησης και παρέμεινε σε γενικές γραμμές αμετάβλητος το πρώτο τρίμηνο του 21ου έτους. Η πρόοδος στα σχέδια των συστημικών τραπεζών επέφερε θετικές ενέργειες αξιολόγησης με αποτέλεσμα τη βελτίωση του δείκτη τραπεζικού συστήματος Fitch σε «b» από «ccc».

Περαιτέρω μειώσεις στα κόκκινα δάνεια θα υποστηριχθούν από την πρόσφατη επέκταση του προγράμματος Ηρακλής της ελληνικής κυβέρνησης για περαιτέρω 18 μήνες έως τον Οκτώβριο του 2022, με ανώτατο όριο εγγυήσεων 24 δισ. ευρώ (περίπου 14% του ΑΕΠ). Παράλληλα, ενώ η Fitch αναμένει εισροή νέων κόκκινων δανείων, κυρίως από ανοίγματα που μέχρι τώρα επωφελήθηκαν από την αναστολή, εξακολουθεί να αναμένουμε σημαντική μείωση του δείκτη NPL φέτος.

Παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε υποβάθμιση

-Δημόσια οικονομικά: Αποτυχία μείωσης του λόγου δημόσιου χρέους/ΑΕΠ βραχυπρόθεσμα, για παράδειγμα λόγω μιας πιο έντονης και μεγαλύτερης περιόδου δημοσιονομικής χαλάρωσης και χαμηλών οικονομικών επιδόσεων.

-Macro: Αποδεικτικά στοιχεία μιας μακροχρόνιας αρνητικής επίδρασης του σοκ της πανδημίας στην ελληνική οικονομία και της μεσοπρόθεσμης δυνητικής ανάπτυξης.

-Διαρθρωτικά χαρακτηριστικά: Ανεπιθύμητες εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα που αυξάνουν τους κινδύνους για τα δημόσια οικονομικά και την πραγματική οικονομία.

Παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αναβάθμιση

-Δημόσια οικονομικά: Μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στο δημόσιο χρέος/ΑΕΠ που θα επιστρέψει σε σταθερή πτωτική πορεία μετά το σοκ της Covid-19, για παράδειγμα λόγω της δημοσιονομικής εξυγίανσης, της βελτιωμένης αύξησης του ΑΕΠ και του χαμηλού κόστους δανεισμού.

-Διαρθρωτικά: Συνεχής πρόοδος στη βελτίωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων από συστημικά σημαντικές τράπεζες, σύμφωνα με την επιτυχή ολοκλήρωση των τιτλοποιήσεων τις χαμηλότερες χρεώσεις απομείωσης, και τη βελτιωμένη παροχή πιστώσεων στον ιδιωτικό τομέα.

-Macro: Βελτίωση του μεσοπρόθεσμου αναπτυξιακού δυναμικού και των επιδόσεων μετά το σοκ Covid-19, ιδίως εάν υποστηριχθούν από την εφαρμογή του σχεδίου ανάκαμψης της ΕΕ και άλλων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Πηγή: mononews.gr