Μυτιληναίος: Οι όροι της πράσινης μετάβασης στην Ε.Ε. δημιουργούν διεθνές ανταγωνιστικό μειονέκτημα για την ευρωπαϊκή βιομηχανία

Η πίεση της ενεργειακής μετάβασης προστίθεται στην «υπαρξιακή» πρόκληση που αντιμετωπίζει ο τομέας αλουμινίου της Ευρώπης και ο επερχόμενος μηχανισμός Carbon Border Adjustment Mechanism (CBAM) της ΕΕ δεν είναι κατάλληλος για την προστασία των παραγωγών αλουμινίου της ηπείρου από τον διεθνή ανταγωνισμό στην πορεία της απανθρακοποίησης, σύμφωνα με τον Ευάγγελο Μυτιληναίο.

Οπως σημειώνει σε συνέντευξή του στο Platts, αντιμέτωποι με υποτονικές αγορές σε επίπεδο τελικού χρήστη εν μέσω χαμηλής οικονομικής ανάπτυξης, ιδίως στη μεγαλύτερη αγορά της Ευρώπης, τη Γερμανία, υψηλών τιμών ενέργειας και αυξανόμενης πίεσης για μείωση των εκπομπών άνθρακα, οι Ευρωπαίοι παραγωγοί αλουμινίου αγωνίζονται να προσαρμοστούν.

Η εταιρεία του, είπε, ήταν από τις πρώτες που κατάλαβε ότι οι συνέργειες μεταξύ των τομέων της ενέργειας και των μετάλλων θα μπορούσαν να κάνουν την εταιρεία πιο ανθεκτική, εν μέσω του δαπανηρού αγώνα για την απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές. Σύμφωνα με τον Ευάγγελο Μυτιληναίο, η εταιρεία έχει ένα από τα χαμηλότερα κόστη παραγωγής στον κλάδο, λόγω των συνέργειών της με τον κλάδο της ενέργειας και της θέσης της ως του μεγαλύτερου κάθετου παραγωγού αλουμινίου στην Ε.Ε.

Ως εκ τούτου, η επιχείρηση αλουμινίου της Μυτιληναίος, η Αλουμίνιον της Ελλάδος -αν και δεν είχε ανοσία στην αδύναμη κατάσταση ζήτησης και στις ασταθείς τιμές-, μπόρεσε να λειτουργήσει το διυλιστήριο αλουμίνας και το χυτήριο αλουμινίου της σε πλήρη δυναμικότητα το 2023. Η εταιρεία παρήγαγε συνολικά 239.000 mt αλουμίνιο το 2023, ποσότητα αυξημένη κατά 1% από το 2022, συμπεριλαμβανομένων 183.000 mt πρωτογενούς αλουμινίου και 56.000 mt ανακυκλωμένου. Η παραγωγή αλουμίνας αυξήθηκε επίσης κατά 1% σε ετήσια βάση, στα 869.000 mt το 2023.

Απαιτείται επανεξέταση του CBAM

Συζητώντας τη δύσκολη κατάσταση για τους παραγωγούς της ΕΕ, ο Μυτιληναίος σημείωσε ότι «η ζήτηση για αλουμίνιο είναι πολύ χαμηλή στην Ευρώπη επειδή η ευρωπαϊκή οικονομία δεν πάει καλά» και σημείωσε ότι οι τιμές της ενέργειας θα παραμείνουν βασική πρόκληση για τον κλάδο, καθώς η ηλεκτρική ενέργεια αντιπροσωπεύει περίπου το 40% του συνολικού κόστους παραγωγής πρωτογενούς αλουμινίου.

Ο Μυτιληναίος προειδοποίησε επίσης ότι το επερχόμενο CBAM της ΕΕ δεν θα επιτύχει αυτό που έχει σχεδιαστεί για να κάνει -να εξισορροπήσει την κατάσταση για τις βιομηχανίες του μπλοκ, καθώς απανθρακοποιούνται πιο γρήγορα από άλλα μέρη του κόσμου.

«Από την αρχή, υποστηρίξαμε ότι το CBAM δεν είναι ένα κατάλληλο ή αποτελεσματικό εργαλείο διαρροής άνθρακα· είναι βασικά ένας φόρος στα σύνορα που δεν αντισταθμίζει το καταστροφικό πλήγμα που προκύπτει από το ETS [Σύστημα Εμπορίας Εκπομπών της ΕΕ] στο κόστος παραγωγής των βιομηχανιών της ΕΕ», είπε, κάτι που σημαίνει ότι οι Ευρωπαίοι παραγωγοί θα δώσουν μάχη για την ανταγωνιστικότητα.

Ο Μυτιληναίος προτείνει να επανεξετάσει η Ευρώπη την προσέγγιση για τον CBAM και να κοιτάξει πέρα από τον Ατλαντικό τον Νόμο για τη Μείωση του Πληθωρισμού των ΗΠΑ και να σχηματίσει ένα «κλαμπ για το κλίμα» με άλλες χώρες, ώστε να προχωρήσει η απανθρακοποίηση.

«Οι βιομηχανίες που δραστηριοποιούνται σε χώρες εντός του κλαμπ για το κλίμα θα αντιμετωπίσουν όλες το ίδιο κόστος άνθρακα, εάν υπάρξει», είπε ο Μυτιληναίος.

Και ενώ ο κλάδος παλεύει με την αναμενόμενη αύξηση του κόστους άνθρακα επιπρόσθετα από τις τιμές της ενέργειας και τη χλιαρή κατάσταση της ζήτησης, η αγορά αλουμινίου με χαμηλότερες εκπομπές άνθρακα δεν έχει ακόμη απογειωθεί. Σύμφωνα με τον Ευάγγελο Μυτιληναίο, η αγορά πρέπει πρώτα να δει τα «υπαρξιακά» της προβλήματα.

Παρ’ όλα αυτά, η εταιρεία αναμένει μακροπρόθεσμα μια αναπτυσσόμενη αγορά οδηγούμενη από τη βιομηχανία ηλεκτρικών οχημάτων και την αγορά ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και επιδιώκει να λειτουργεί κυρίως το μεταλλουργείο της με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, στοχεύοντας 3,4/mt εκπομπές CO2 ανά mt αλουμινίου που παράγεται έως το 2030, σε σχέση με 11,3 mt CO2 το 2023.

Η ιδέα του Ευάγγελου Μυτιληναίου για το spin off της κατασκευαστικής δραστηριότητας και της επικέντρωσης στην ενέργεια και στα μέταλλα ήρθε κατά τη διάρκεια της πανδημίας. «Χρειάστηκαν δύο ή τρία χρόνια οι Ευρωπαίοι ανταγωνιστές μας για να συνειδητοποιήσουν ότι το ενεργειακό τοπίο έχει αλλάξει κατά τη διάρκεια της κρίσης [των υψηλών τιμών]», είπε ο Μυτιληναίος, προσθέτοντας ότι οι μεγάλοι καταναλωτές όπως τα μεταλλουργεία αλουμινίου χρειάζονται «ειδικές συμβουλές» για το πώς να τακτοποιήσουν καλύτερα τον ενεργειακό τους εφοδιασμό και δεν μπορεί κάθε ενεργειακή εταιρεία να το κάνει αυτό.

Πραγματική μετάβαση

Το Αλουμίνιον της Ελλάδος βγήκε από 60ετή συνεργασία για την παροχή ρεύματος από τη ΔEΗ στα τέλη του 2023. Η εταιρεία είχε σύμβαση σταθερής τιμής με τη ΔEH και όταν οι τιμές εκτινάχθηκαν το 2022 έγινε hedging έναντι των τιμών χονδρικής, οι οποίες έφτασαν κάποιες περιόδους να ξεπερνούν τα 400 ευρώ/MWh.

Τώρα το συμβόλαιο της ΔΕΗ έχει λήξει και η εταιρεία εστιάζει περαιτέρω στη μείωση των εκπομπών άνθρακα για να επιτύχει «καθαρό μηδέν» έως το 2030. Τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους, το 8% του ενεργειακού μείγματος για τις επιχειρήσεις μετάλλων ήταν ανανεώσιμες πηγές. Μέχρι το τέλος του έτους, είπε η Μυτιληναίος στην S&P Global, αυτό πιθανότατα θα φτάσει το 20% στο μείγμα και έως το 2030, η Αλουμίνιον της Ελλάδος θα καλύπτει όλες τις ανάγκες σε ηλεκτρική ενέργεια από τους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Αυτή τη στιγμή, η τυπική μεγαβατώρα στη χονδρική κοστίζει περίπου 70-80 ευρώ. «Αλλά και αυτό για τις εταιρείες μετάλλων είναι πολύ», είπε ο Μυτιληναίος. «Το τμήμα μετάλλων μας αντικατοπτρίζει το 6% της συνολικής κατανάλωσης δικτύου στην Ελλάδα και είναι μακράν ο μεγαλύτερος καταναλωτής ενέργειας».

Παρά την κίνηση της εταιρείας του προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ο Μυτιληναίος εντάσσεται σε έναν αυξανόμενο αριθμό ενδιαφερόμενων μερών του κλάδου που υποστηρίζουν μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση για την απαλλαγή από τον άνθρακα. «Στην Ευρώπη, η εστίαση ήταν αποκλειστικά στην επιθετική πίεση για την απαλλαγή της ενέργειας από άνθρακα, θεωρώντας την αξιοπιστία και την οικονομική προσιτότητα ως δεδομένα. Kάναμε οδυνηρό λάθος», είπε ο Μυτιληναίος.

Η πανδημία, ο πόλεμος της Ουκρανίας και οι συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή έχουν αποδείξει ότι οι εξαρτήσεις από τον εφοδιασμό πρέπει να διαφοροποιηθούν και ότι τα ορυκτά καύσιμα θα χρειαστούν για να γεφυρωθεί η στροφή προς την πράσινη ενέργεια.

«Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να αποφευχθεί η διακινδύνευση της ίδιας της μετάβασης· εάν ζητήσουμε από τις εταιρείες να επενδύσουν μόνο σε έργα με “προκλητικά” οικονομικά στοιχεία, αργά ή γρήγορα η πορεία θα αποτύχει».