H κρυφή γοητεία της απληστίας

του Γιώργου Χ. Παπαγεωργίου

Η κόντρα μεταξύ κυβέρνησης και τραπεζών αναδεικνύει τον καθοριστικό ρόλο που έχει ο συγκεκριμένος κλάδος για την οικονομία. Δείχνει επίσης ότι οι τράπεζες έχουν σημαντικό κοινωνικό αποτύπωμα και ισχυρή πολιτική επιρροή. Επομένως η τραπεζική αγορά δεν μπορεί να αφήνεται μόνο στις δυνάμεις της αγοράς. Χρειάζεται ειδικό ρυθμιστικό πλαίσιο ώστε η λειτουργία των τραπεζών να μην διαταράσσει ούτε την οικονομία, ούτε την κοινωνία, ούτε την πολιτική. 

Η κυβέρνηση ανακοινώνει ότι διαπραγματεύεται και ασκεί πιέσεις για να προχωρήσουν οι τράπεζες σε κινήσεις όπως η αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων, η μείωση των προμηθειών που χρεώνουν για ψηφιακές συναλλαγές αλλά και συμμετοχή τους στη στήριξη των ευάλωτων δανειοληπτών απέναντι στην αύξηση του κόστους των δανείων που προκαλεί η άνοδος των επιτοκίων.

Η όλη υπόθεση εξελίσσεται με φόντο τα σημαντικά κέρδη που αποκομίζουν οι τράπεζες λόγω της συγκυρίας, καθώς η αύξηση των επιτοκίων δανεισμού, όταν δεν ανεβαίνουν παράλληλα εκείνα των καταθέσεων, μεταφράζεται σε πρόσθετο καθαρό όφελος. Το ίδιο συμβαίνει και με τις υψηλές προμήθειες που χρεώνουν οι τράπεζες για τη διεκπεραίωση ψηφιακών συναλλαγών, τις οποίες το κοινό παροτρύνεται να χρησιμοποιεί όλο και περισσότερο. 

Την εικόνα συμπληρώνει ο αποκλεισμός της πλειονότητας των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων από τον δανεισμό επειδή δεν πληρούν τα τραπεζικά κριτήρια, αλλά και οι επικείμενοι πλειστηριασμοί ακινήτων και άλλων περιουσιακών στοιχείων από τα «funds – κοράκια» στα οποία μεταβιβάστηκαν τα κόκκινα δάνεια, με τη χρήση κρατικής εγγύησης. Οι πλειστηριασμοί έχουν παγώσει προς το παρόν για νομικούς λόγους, αλλά ο ίδιος ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος έχει προεξοφλήσει το «ξεπάγωμά» τους. 

Είναι σαφές ότι το σύστημα έχει πρόβλημα, καθώς δεν υπηρετούνται αποτελεσματικά βασικές λειτουργίες της οικονομίας και της αγοράς, ενώ οι κοινωνικές επιπτώσεις των κόκκινων δανείων και των πλειστηριασμών θα είναι ιδιαίτερα βαριές.

Όλα αυτά, μάλιστα, έχουν και πολιτικές συνέπειες, πολλώ δε μάλλον που οι τράπεζες έχουν υποστηριχτεί άμεσα τα τελευταία χρόνια με περισσότερα από 40 δισ. ευρώ, τα οποία γράφτηκαν στο δημόσιο χρέος και τα πληρώνουμε όλοι.

Ο ίδιος ο πρωθυπουργός εξέφρασε την «ενόχλησή» του για την κατάσταση στη συγκεκριμένη αγορά. Ο δε υπουργός Οικονομικών ζήτησε από τις διοικήσεις των τραπεζών να «αρθούν στο ύψος των περιστάσεων», προχωρώντας σε διορθωτικές κινήσεις. 

Το ζήτημα όμως είναι ότι όλη αυτή η συζήτηση είναι… εκτός θέματος. 

Η επίκληση της καλής θέλησης των τραπεζικών διοικήσεων είναι άσχετη με το θέμα και εξ ορισμού ατελέσφορη. 

Ασφαλώς οι τράπεζες οφείλουν να λειτουργούν με γνώμονα το ευρύτερο όφελος της οικονομίας, γι αυτό άλλωστε υπάρχουν και για το σκοπό αυτό έχουν δαπανηθεί δισεκατομμύρια για τη διάσωσή τους από την χρεοκοπία τα προηγούμενα χρόνια. 

Ασφαλώς δεν γίνεται να αφεθεί η πρώτη κατοικία έρμαια σε πλειστηριασμούς για να βγάλουν διπλά και τρίδιπλα κέρδη κάποια funds που έχουν αγοράσει κοψοχρονιά τα κόκκινα δάνεια. 

Ασφαλώς είναι απαράδεκτο να χρεώνονται 3 και 4 ευρώ προμήθεια για μια αυτοματοποιημένη συναλλαγή, η οποία τελικά μειώνει και τα έξοδα της τράπεζας. 

Όμως όλα αυτά δεν είναι ευθύνη των τραπεζικών, αλλά της Πολιτείας. 

Είναι αστείο να κατηγορούνται οι τραπεζικοί για… απληστία. Αυτή είναι η δουλειά τους. 

Τα στελέχη των τραπεζών έχουν ως αποστολή να μεγιστοποιούν τα κέρδη για τον μέτοχο τηρώντας το νόμο. Εάν ο νόμος τους αφήνει περιθώρια για υπερκέρδη, ασφαλώς θα τα κυνηγήσουν. Εάν δεν το κάνουν η τράπεζα θα χάσει μερίδια αγοράς και οι ίδιοι τη δουλειά τους.

Είναι υποκριτικό να ζητούνται ευθύνες σε… ηθική βάση για πλειστηριασμούς, για τους οποίους δημιουργεί οικονομικό κίνητρο η ίδια η νομοθεσία που διέπει την αγορά των κόκκινων δανείων. 

Είναι τουλάχιστον αφελές και υποκριτικό να ζητά η Πολιτεία από τους τραπεζικούς να επιδείξουν κοινωνική ευθύνη. Αυτή είναι δουλειά της κυβέρνησης και του νομοθέτη. 

Οταν Πολιτεία αποδοκιμάζει σε ηθική βάση οικονομικές συμπεριφορές, στην ουσία προσπαθεί να απεκδυθεί την ευθύνη. 

Ας βάλει το αναγκαίο πλαίσιο η κυβέρνηση και μετά να ζητήσει τις ευθύνες. 

Ούτε είναι δικαιολογία το γεγονός ότι η εποπτεία των τραπεζών έχει ξεφύγει από τον εθνικό έλεγχο και ασκείται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. 

Η φορολογία, η προστασία του καταναλωτή και οι κανόνες ανταγωνισμού είναι εθνική υπόθεση. 

Ας κάνει λοιπόν η Πολιτεία τη δουλειά της.