Αμετάβλητα τα επιτόκια και το έκτακτο QE της ΕΚΤ

Αμετάβλητη διατήρησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τη νομισματική της πολιτικής, στη σημερινή συνεδρίαση του διοικητικού της συμβουλίου, όπως και το μέγεθος του έκτακτου προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης στα 1,85 τρισ. ευρώ.

Ειδικότερα το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων παραμένουν αμετάβλητα σε 0,00%, 0,25% και -0,50% αντιστοίχως.

Το έκτακτο πρόγραμμα αντιμετώπισης της πανδημίας (PEPP), συνολικού ύψους 1,85 τρισ. ευρώ, έως τον Μάρτιο του 2022 συνεχίζεται μέχρι να κρίνει η ΕΚΤ ότι η κρίση του έχει λήξει. 

Έχοντας επεκτείνει τη στήριξη της νομισματικής πολιτικής και στο επόμενο έτος με το μεγάλο πακέτο που ανακοίνωσαν τον Δεκέμβριο, οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ θέλουν να περάσουν τη σκυτάλη στις κυβερνήσεις και τη δημοσιονομική πολιτική για να ανταπεξέλθει η οικονομία της Ευρωζώνης μέχρι να επανέλθουν οι επιχειρήσεις στην κανονική δραστηριότητά τους.

Ωστόσο, τα νέα lockdown, η αργή πορεία των εμβολιασμών στην αρχική φάση στις χώρες της Ευρωζώνης και το ισχυρό ευρώ θα αυξήσουν τα προβλήματα για τις εξαγωγές, αμφισβητώντας τις προβλέψεις της ΕΚΤ για μία ισχυρή ανάκαμψη στο δεύτερο τρίμηνο.

Η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ αναμένεται να σημειώσει ότι δεν χρειάζεται τώρα περαιτέρω στήριξη, καθώς η τράπεζα έχει προσδώσει πολύ μεγάλη ευελιξία στα πλαίσια στήριξής της ώστε θα μπορούσε εύκολα να τα αυξήσει χωρίς να απαιτηθεί νέα έγκριση από το Διοικητικό Συμβούλιό της. «Ο επανακαθορισμός των μέσων πολιτικής της ΕΚΤ τον Δεκέμβριο έγινε καλά αποδεκτός από τις αγορές, κάτι που σημαίνει ότι δεν επείγει να διαμηνύσει η ΕΚΤ μία νέα στάση πολιτικής», δήλωσε αναλυτής της Danske.

Τράπεζα της Ιαπωνίας διατήρησε επίσης αμετάβλητη τη νομισματική πολιτική της νωρίτερα σήμερα και μάλιστα αναθεώρησε ανοδικά την πρόβλεψή της για την ανάπτυξη το επόμενο δημοσιονομικό έτος.

Αντί για μέτρα, η Λαγκάρντ αναμένεται ότι θα επιχειρήσει να προσφέρει στήριξη με μικρή διαφοροποίηση της επικοινωνιακής πολιτικής της τράπεζας, κάνοντας σαφές ότι γνωρίζει τους κινδύνους, ενώ θα υποστηρίξει ότι αυτοί είναι πιθανόν υπερτιμημένοι.

Η επικεφαλής της ΕΚΤ μπορεί να παραδεχθεί ότι το άμεσο μέλλον είναι δυσκολότερο από ό,τι αφήνουν να εννοηθεί κάποιες από τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις και ότι τα σχέδια των εμπορικών τραπεζών για περιορισμό στις χορηγήσεις δανείων θα αποτελέσουν βαρίδι για την ανάπτυξη. Αυτό, ωστόσο, δεν θα επηρεάσει τη μακροπρόθεσμη προοπτική, καθώς μάλιστα πολλές βασικές αβεβαιότητες έχουν διαλυθεί: Τα εμβόλια για την COVID-19 χρησιμοποιούνται, η συμφωνία για το Brexit έχει κλείσει και με την ορκωμοσία του Τζο Μπάιντεν κλείνει ο εκλογικός κύκλος στις ΗΠΑ.