Λαγκάρντ: Υπάρχουν τομείς που κινδυνεύουν με πτώχευση, χωρίς κρατική στήριξη

Οι τομείς των μεταφορών και της χρηματοδοτικής μίσθωσης, καθώς και οι δραστηριότητες αναψυχής των εστιατορίων και των ξενοδοχείων, όπως και ο ευρύτερος τομέας της φιλοξενίας, είναι οι τομεακές δραστηριότητες που διατρέχουν το μεγαλύτερο κίνδυνο πτωχεύσεων, μαζί με τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις και οι κυβερνήσεις οφείλουν να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή στην εξασφάλιση της βιωσιμότητά τους. Αυτό είπε σήμερα η Πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, μιλώντας στην Επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, υπό την ιδιότητα της επικεφαλής του ΕSRB (European Systemic Risk Board).

H Πρόεδρος της ΕΚΤ και επικεφαλής του ESRB τόνισε ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να προσέξουν ώστε αυτές οι εταιρίες να μην περιέλθουν σε κατάσταση αφερεγγυότητας, "επειδή δεν θα έχουν υποστηριχθεί στο ταξίδι πίσω στη βιωσιμότητα".

"Για εκείνους που δεν είναι βιώσιμοι", είπε, "θα πρέπει να εξεταστούν σαφώς οι διαδικασίες φερεγγυότητας, η ταχεία εκκαθάριση και η αναδιοργάνωση, και οι τράπεζες πρέπει επίσης να ενθαρρυνθούν κατά περίπτωση". Η ίδια σημείωσε ότι "αυτά τα μέτρα αναδιάρθρωσης του χρέους που μπορούν να βοηθήσουν στους κινδύνους των συνταξιοδοτικών ταμείων, όπως είπα, προσδιορίστηκε ότι ο εν λόγω τομέας εν γένει έχει αναγνωριστεί ως δυνητικός κίνδυνος λόγω της ενδεχόμενης αναντιστοιχίας μεταξύ των δεσμεύσεων, και το επιχειρηματικό μοντέλο που απαιτεί συγκεκριμένες επενδύσεις σε ορισμένους τομείς, και θα κάνουμε κάποια περαιτέρω εργασία σε αυτό", σημείωσε.

Προειδοποίησε δε ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να επεκτείνουν και να προσαρμόσουν τα εθνικά μέτρα στήριξής τους για να αποφύγουν το περίφημο φαινόμενο του γκρεμού, δηλαδή την ταυτόχρονη κατάργηση των μέτρων πριν από την πλήρη ανάκαμψη. Όπως θα θυμάστε, αυτή ήταν μια από τις σημαντικότερες ανησυχίες του ESRB στις αρχές του έτους, το πλαίσιο αναφοράς μας δείχνει ότι τα εθνικά μέτρα στήριξης που ανακοινώθηκαν, εξαιρουμένων των μέτρων αναστολής πληρωμών ανήλθαν στο 18,7% του ΑΕΠ τον Μάρτιο του 2021. Αυτή η υποστήριξη, που ως επί το πλείστον δόθηκε με τη μορφή δημόσιων εγγυήσεων, απέχει πολύ από το να εξαντληθεί, με την απορρόφηση, να φτάνει το 6,9% του ΑΕΠ στις 21 Μαρτίου από 5,7% τον Δεκέμβριο του 2020. Ταυτόχρονα, τα προγράμματα αναστολής πληρωμών λήγουν και η απορρόφηση έχει μειωθεί στο τώρα, 2,4% του ΑΕΠ από 3,3% το Δεκέμβριο του 2020. Έτσι, η βελτιωμένη οικονομική προοπτική για το μεγαλύτερο μέρος της ταχείας προόδου και των εκστρατειών εμβολιασμού, μείωσε την πιθανότητα σοβαρών αρνητικών σεναρίων. Θα εξετάσουμε το θέμα αυτό εκ νέου στην επόμενη συνεδρίασή του στις 23 Σεπτεμβρίου 2021".

Η Κρ. Λαγκάρντ σημείωσε ακόμα ότι "η αναδυόμενη ανάκαμψη, εξακολουθεί να αντιμετωπίζει αβεβαιότητα, επίσης λόγω της εξάπλωσης των μεταλλάξεων ιών στην τρέχουσα φάση της πανδημίας που δημιουργούν ανησυχία για οικονομική αστάθεια, και κινδύνους ρευστότητας στον μη χρηματοοικονομικό εταιρικό τομέα. Η έντονη αύξηση των δανείων στην πρώιμη φάση της πανδημίας, με τη βοήθεια γενναιόδωρων μέτρων στήριξης ρευστότητας, οδήγησε σε υψηλότερο εταιρικό χρέος. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις μικρές επιχειρήσεις. Και φυσικά στους ευάλωτους τομείς. Για παράδειγμα, στους τομείς που επηρεάζονται περισσότερο από την πανδημία. Σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ το εταιρικό τραπεζικό χρέος έχει μερίδιο έναντι των συνολικών περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας από περίπου 26% σε πάνω από 31% για μια περίοδο ενός έτους. Αυτό διεύρυνε επίσης την έκθεση του τραπεζικού τομέα σε αυτές τις εταιρείες, κάτι που αποτελεί φυσική συνέπεια της τραπεζικής δομής του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του σχεδιασμού των μεθόδων στήριξης. Είναι σημαντικό να αποφευχθεί ο συνδυασμός του υψηλού χρέους και των ασθενέστερων κερδών, ειδικά στους τομείς που πλήττονται περισσότερο από την κρίση που οδηγεί σε αφερεγγυότητα των εταιρειών, για τις εταιρείες, οι οποίες είναι βιώσιμες μεσοπρόθεσμα", σημείωσε.

Τόνισε δε ότι "οι τράπεζες μπορεί να χρειαστεί να βελτιώσουν περαιτέρω την ικανότητά τους να διαχειρίζονται και να επιλύουν μη εξυπηρετούμενα δάνεια, συμπεριλαμβανομένης της αναζήτησης κατά περίπτωση λύσεων για την αναδιάρθρωση του χρέους, και να καταστούν βιώσιμες έναντι δανειστών".

Σε σχέση με τις κυβερνήσεις, όπως είπε "η προτεραιότητα είναι η διαχείριση μιας ομαλής μετάβασης από την υποστήριξη ρευστότητας προς πιο στοχευμένη υποστήριξη φερεγγυότητας για βιώσιμες εταιρείες".

"Οι κυβερνήσεις πρέπει επίσης να αναπτύξουν στρατηγικές για την επιτυχή αναδιάρθρωση για το εταιρικό χρέος, συμπεριλαμβανομένων κινήτρων για ιδιώτες πιστωτές".

"Είναι σημαντικό ότι η εμπειρογνωμοσύνη στην αξιολόγηση των εταιρειών και της ευθύνης των επιχειρήσεων μπορεί να συμβάλει σε αυτήν τη διαδικασία αναδιάρθρωσης του χρέους. Στην περίπτωση εταιρειών που είναι βιώσιμες. στην οικονομία μετά την πανδημία, ο κυβερνήσεις πρέπει να διασφαλίσουν την εφαρμογή αποτελεσματικών διαδικασιών αφερεγγυότητας και να αναπτυχθούν νέες, εάν και ήταν απαραίτητες", ανέφερε.

Όπως είπε "στην πραγματικότητα, το πρώτο τρίμηνο του 21 η σχετική υποστήριξη φερεγγυότητας αυξήθηκε πιο έντονα από την υποστήριξη ρευστότητας σε σχετικούς όρους. Αλλά σε σύγκριση με το συνολικό μέγεθος της δημοσιονομικής στήριξης, τα μέτρα στήριξης ρευστότητας εξακολουθούν να κυριαρχούν". Κατέληξε δε ανακοινώνοντας ότι "σκοπεύουμε να αντιμετωπίσουμε τους κινδύνους χρηματοοικονομικής σταθερότητας στον τομέα των κεφαλαίων της χρηματαγοράς, εκδίδοντας μια σύσταση έως το τέλος του έτους".