Παγκόσμια οικονομία: Οι πέντε μεγάλες απειλές για το 2024

Η παγκόσμια οικονομία δοκιμάστηκε το 2023 όπως σπάνια έχει δοκιμαστεί στο παρελθόν. Από τη μία πλευρά ο πληθωρισμός και η πιο επιθετική πολιτική αύξησης επιτοκίων εδώ και δεκαετίες, από την άλλη τα δύο μέτωπα πολέμου στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, η εκρηκτική κρίση ακινήτων στην Κίνα και η ένταση στην αντιπαράθεση μεταξύ Ουάσινγκτον και Πεκίνου, η οποία αναγκάζει τις εταιρείες να σταθμίσουν ξανά τις αλυσίδες εφοδιασμού και την ασφάλειά τους.

Παρά αυτά τα εμπόδια, η παγκόσμια ανάκαμψη μετά την πανδημία συνεχίστηκε πέρυσι, έστω και με βραδύτερο ρυθμό.

Σύμφωνα με το Bloomberg, στις ΗΠΑ, οι καταναλωτές διέψευσαν τις προσδοκίες και συνέχισαν να ξοδεύουν, γεγονός που ώθησε πολλούς οικονομολόγους να εγκαταλείψουν τα αρνητικά τους σενάρια και να προβλέπουν πλέον μια ομαλή προσγείωση της αμερικανικής οικονομίας.

Στην Κίνα, η άνθηση της βιομηχανίας ηλεκτρικών αυτοκινήτων -μαζί με μια δόση δημοσιονομικής στήριξης- βοήθησε στην αύξηση του ΑΕΠ κοντά στον στόχο που είχε θέση η κυβέρνηση για  την ανάπτυξη. Και η Ινδία, η νέα μεγάλη ελπίδα για την παγκόσμια οικονομία, συνέβαλε με την υψηλή ανάπτυξή της της στη διατήρηση θετικού προσήμου για την παγκόσμια οικονομία.

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 2,9% για την παγκόσμια οικονομία το 2024, οριακά χαμηλότερο από τον περσινό. Με δύο πολέμους να μαίνονται και περίπου 40 εθνικές εκλογές να αναμένονται, οι πολιτικές εξελίξεις είναι αυτές που θα δώσουν τον τόνο στη φετινή χρονιά, ιδιαίτερα με τον Ντόναλντ Τραμπ να διεκδικεί ξανά την προεδρία των ΗΠΑ.

Ωστόσο, υπάρχουν πέντε κρίσιμα οικονομικά μέτωπα σε ΗΠΑ, Κίνα, Γερμανία, Ιαπωνία και Ινδία που θα μπορούσαν να ανατρέψουν την παραπάνω πρόβλεψη.

Θα συνθηκολογήσει ο Αμερικανός καταναλωτής;

Μετά από ένα εκπληκτικό 2023, η αμερικανική οικονομία αναμένεται να επιβραδυνθεί τους επόμενους 12 μήνες. Το αν θα πρόκειται για ύφεση ή για ομαλή προσγείωση θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το αν θα αντέξει η αγορά εργασίας. Μέχρι στιγμής έχει αντέξει τον καταιγισμό αυξήσεων των επιτοκίων της Fed, αλλά φέτος μπορεί να φτάσει σε ένα σημείο καμπής, παρόλο που η Fed δεν αναμένεται να αυξήσει άλλο τα επιτόκια.

Μια άνοδος της ανεργίας θα έπληττε τις καταναλωτικές δαπάνες, οι οποίες στις ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν σχεδόν τα δύο τρίτα του ΑΕΠ. Οι τελευταίες προβλέψεις της Fed βλέπουν το ποσοστό ανεργίας να σκαρφαλώνει στο 4,1% μέχρι το τέλος του έτους.

Μπορεί η Κίνα να συγκρατήσει τη στεγαστική κρίση;

Η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου βρίσκεται στη μέση μιας πολυετούς επιβράδυνσης, που προκλήθηκε εν μέρει από την πάταξη της κερδοσκοπίας στον τομέα των ακινήτων από τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ. Οι εργολάβοι έχουν φορτωθεί τεράστια χαρτοφυλάκια με διαμερίσματα που αγοράστηκαν αλλά δεν χτίστηκαν ποτέ.

Η Nomura Securities εκτιμά ότι περίπου 20 εκατομμύρια ακίνητα προπωλήθηκαν, αλλά η κατασκευή τους έχει καθυστερήσει ή δεν έχει ξεκινήσει. Οσοι περιμένουν τα νέα τους διαμερίσματα γίνονται όλο και πιο ανυπόμονοι, μετατρέποντας το ζήτημα σε πιθανή απειλή για την κοινωνική σταθερότητα.

Κορυφαίοι Κινέζοι αξιωματούχοι έχουν δεσμευτεί να αποτρέψουν έναν καταιγισμό χρεοκοπιών των κατασκευαστών, μια καταστροφική εξέλιξη που θα έπληττε τον τραπεζικό τομέα και ενδεχομένως να καταδικάσει την Κίνα σε μια χαμένη δεκαετία αναιμικής ανάπτυξης, όπως συνέβη στην Ιαπωνία. Αυτή μπορεί να είναι η χρονιά που θα υπάρξει μία ολοκληρωμένη διάσωση των κατασκευαστικών εταιρειών από την κυβέρνηση.

Θα ανακάμψει η Γερμανία;

Η Γερμανία ήταν η χώρα με τις χειρότερες επιδόσεις μεταξύ των μεγάλων οικονομιών το 2023. Οι υψηλές τιμές της ενέργειας και η αυστηρή νομισματική πολιτική, σε συνδυασμό με την ασθενέστερη παγκόσμια ζήτηση για τις εξαγωγές της, προκάλεσαν ελαφρά συρρίκνωση του ΑΕΠ της. Δεν λείπουν τα προβλήματα ούτε το 2024, όπως ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία, η αυτοκινητοβιομηχανία της που αντιμετωπίζει έντονο ανταγωνισμό από τα κινεζικής κατασκευής ηλεκτρικά αυτοκίνητα και οι αυστηρότεροι έλεγχοι στις κρατικές δαπάνες.

Ο μεταποιητικός τομέας της χώρας, που είναι ανταγωνιστικός, πρέπει να αντιμετωπίσει μια κοστοβόρα και πολιτικά τεταμένη μετάβαση σε εναλλακτικές μορφές ενέργειας μετά την απώλεια της πρόσβασης σε φθηνό φυσικό αέριο από τη Ρωσία, καθώς και μια αναδιάταξη των αλυσίδων εφοδιασμού ως απάντηση στην προσπάθεια των ΗΠΑ να περιορίσουν την Κίνα.

Η επικίνδυνη μετάβαση της Ιαπωνίας σε θετικά επιτόκια

Το δεκαετές πείραμα της Ιαπωνίας με τις ανορθόδοξες νομισματικές πολιτικές πλησιάζει στο τελευταίο του κεφάλαιο. Η τεράστια διαφορά μεταξύ των αποδόσεων των ιαπωνικών και των αμερικανικών κρατικών ομολόγων τον Νοέμβριο βοήθησε να οδηγηθεί το γεν στο χαμηλότερο επίπεδό του από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, ανεβάζοντας το κόστος των εισαγόμενων καυσίμων και τροφίμων και διαβρώνοντας την αγοραστική δύναμη των Γιαπωνέζων.

Με τον πληθωρισμό να κυμαίνεται πάνω από τον στόχο του 2% της Τράπεζας της Ιαπωνίας για περισσότερο από ενάμιση χρόνο, ο διοικητής Καζούο Ουέντα αναμένεται ευρέως να εγκαταλείψει το τελευταίο εναπομείναν αρνητικό επιτόκιο στον κόσμο.

Θα πρέπει, όμως, να κινηθεί προσεκτικά. Εδώ και μια γενιά, τα συνταξιοδοτικά ταμεία, οι ασφαλιστές, οι τράπεζες έχουν παρκάρει τα χρήματά τους σε περιουσιακά στοιχεία στο εξωτερικό για να κερδίσουν κάποιο επιτόκιο, καθιστώντας την Ιαπωνία το κορυφαίο έθνος πιστωτών στον κόσμο. Αν τα ιαπωνικά κρατικά ομόλογα αρχίσουν να προσφέρουν καλύτερες αποδόσεις, τρισεκατομμύρια γιεν θα μπορούσαν να επιστρέψουν στην Ιαπωνία, προκαλώντας τεράστια αναστάτωση στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές.

Μπορεί η Ινδία να αποτελέσει ατμομηχανή ανάπτυξης;

Καθώς η Κίνα κινείται με χαμηλότερη ταχύτητα ανάπτυξης, οι οικονομολόγοι προσβλέπουν στην Ινδία για να αναλάβει τελικά τη θέση της ως η νέα παγκόσμια ατμομηχανή ανάπτυξης. Είναι πολλά αυτά στα οποία πρέπει να ανταποκριθεί για να γίνει αυτό, και με τον πρωθυπουργό Ναρέντρα Μόντι να αντιμετωπίζει εκλογές κάποια στιγμή τον Απρίλιο ή τον Μάιο, η πολιτική θα είναι μία ακόμη πρόκληση.

Οι οικονομολόγοι της Goldman Sachs αναμένουν ότι οι αυξημένες κυβερνητικές δαπάνες θα αποτελέσουν τον κύριο μοχλό ανάπτυξης ενόψει των εκλογών, ενώ οι επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα θα αναλάβουν τη σκυτάλη κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους.

Ωστόσο, ενώ η Ινδία αναπτύσσεται ταχύτερα από σχεδόν οποιαδήποτε άλλη μεγάλη οικονομία, το ποσοστό ανεργίας σκαρφάλωσε πάνω από το 10% τον Οκτώβριο, το υψηλότερο των τελευταίων δύο ετών, σύμφωνα με το Κέντρο Παρακολούθησης της Ινδικής Οικονομίας. Επιπλέον, το ποσοστό συμμετοχής των γυναικών στην εργασία έχει κολλήσει κάτω από το 60%.

Οι οικονομολόγοι της HSBC Holdings λένε ότι ακόμη και αν η οικονομική ανάπτυξη μπορέσει να επιταχυνθεί στο 7,5% ετησίως κατά την επόμενη δεκαετία, θα δημιουργηθούν μόνο περίπου 45 εκατομμύρια από τις 70 εκατομμύρια θέσεις εργασίας που απαιτούνται για να ανταποκριθούν στον αυξανόμενο πληθυσμό της Ινδίας.