Ποιος κυβερνά αυτόν τον πλανήτη;

Γράφει ο Γιώργος Χ. Παπαγεωργίου

Την περασμένη εβδομάδα η εταιρεία αξιολόγησης Fitch υποβάθμισε την πιστοληπτική δυνατότητα της κυβέρνησης των ΗΠΑ κατεβάζοντας τη διαβάθμιση των αμερικανικών ομολόγων στο «ΑΑ+», ένα «σκαλί» κάτω από το ανώτατο «ΑΑΑ» όπου βρίσκονταν μέχρι τώρα.

Από οικονομική σκοπιά η κίνηση αυτή δεν φαίνεται να έχει σημαντική επίδραση. Η αμερικανική οικονομία θεωρείται ότι «προσγειώνεται ομαλά» και θα αποφύγει την ύφεση παρά την αύξηση επιτοκίων, ο πληθωρισμός είναι σε πτωτική τροχιά και τα αμερικανικά ομόλογα παραμένουν η ασφαλέστερη επιλογή σε σχέση με το ρίσκο τους. 

Οι τιμές των αμερικανικών ομολόγων υποχώρησαν λίγο, μετά την ανακοίνωση, αλλά οι περισσότεροι αναλυτές την αποδίδουν στην αύξηση των επιτοκίων από την ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ (FED). Το 2011 που η Standard and Poors είχε υποβαθμίσει εκείνη τα αμερικανικά ομόλογα οι τιμές τους… είχαν αυξηθεί, καθώς θεωρήθηκαν ασφαλές καταφύγιο λόγω της όποιας αβεβαιότητας είχε προκαλέσει τότε… η υποβάθμιση τους

Από πολιτική σκοπιά, όμως, η υποβάθμιση φέρνει στο προσκήνιο τη δύναμη των αυτοματισμών της παγκοσμιοποιημένης αγοράς και την τεράστια ισχύ που έχει αποκτήσει η τελευταία έναντι της πολιτικής εξουσίας. 

Άλλωστε και το σκεπτικό που επικαλείται η Fitch για να αιτιολογήσει την υποβάθμιση είναι κατά βάση πολιτικό, αφού εστιάζει στην «σταθερή επιδείνωση των προτύπων διακυβέρνησης τα τελευταία 20 χρόνια, μεταξύ άλλων σε θέματα δημοσιονομικής πολιτικής και χρέους», όπως αναφέρει στη σχετική ανακοίνωση και επισημαίνει ιδιαίτερα τις αντιπαραθέσεις μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων για το όριο του χρέους και τα ψηφίσματα της τελευταίας στιγμής που, όπως αναφέρει «έχουν διαβρώσει την εμπιστοσύνη στη δημοσιονομική διαχείριση». Και τούτο παρά το γεγονός ότι τα δύο μεγάλα αμερικανικά κόμματα είχαν καταλήξει σε συμφωνία να αυξήσουν το όριο του δημοσίου χρέους μόλις πρόσφατα. 

Στα «αρνητικά» μάλιστα της αξιολόγησης η Fitch αναφέρει και την αύξηση των δημοσίων δαπανών, την οποία υλοποιεί η κυβέρνηση Μπάιντεν, για να χρηματοδοτήσει τις πολιτικές της, που περιλαμβάνουν επιδοτήσεις της εγχώριας βιομηχανίας με κρατικό χρήμα, ενίσχυση του βαθιά προβληματικού συστήματος υγείας, ενώ «φωτογραφίζονται» και άλλες πολιτικές κρατικής παρέμβασης και κοινωνικής στόχευσης που βρίσκονται υπό συζήτηση στους κόλπους του Δημοκρατικού κόμματος ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2024. 

Η υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τζάνετ Γιέλεν, χαρακτήρισε αυθαίρετα και ξεπερασμένα τα δεδομένα που ελήφθησαν υπόψη για την αξιολόγηση, ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι διαφωνεί, ενώ πληθώρα έγκριτων οικονομολόγων και ανθρώπων της αγοράς εξέφρασαν επίσης τη διαφωνία τους. 

Στη δήλωσή της μάλιστα η υπουργός Οικονομικών υπονόησε ότι η Fitch είναι προκατειλημμένη έναντι των Δημοκρατικών, αναφέροντας ότι τα ποσοτικά στοιχεία που «μετράει» το μοντέλο της Fitch επιδεινώθηκαν στο διάστημα 2018-2020, επί προεδρίας Ντόναλντ Τραμπ, αλλά η εταιρεία προχώρησε στην υποβάθμιση τώρα, με κυβέρνηση Δημοκρατικών. 

Με άλλα λόγια, παρόλο που η αγορά ομολόγων και η αμερικανική οικονομία δεν «ταρακουνήθηκαν» η υποβάθμιση αναδεικνύει επίσης τους περιορισμούς που έχει η πολιτική εξουσία απέναντι στις λεγόμενες δυνάμεις της αγοράς. 

Οι κινήσεις των κεφαλαίων στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία ακολουθούν τις επιλογές της «αγοράς» ήτοι των διαχειριστών κεφαλαίων οι οποίοι ακολουθούν τα «νεύματα» των εταιρειών αξιολόγησης και τις αποφάσεις των κεντρικών τραπεζών, οι οποίες συχνά αναδεικνύονται κατά πολύ ισχυρότερες των πολιτικών αποφάσεων και των όποιων κυβερνήσεων.

Πριν δέκα μήνες η Λιζ Τρας αναγκάστηκε να παραιτηθεί από την πρωθυπουργία του Ηνωμένου Βασιλείου, υπό την πίεση των μαζικών πωλήσεων στην αγορά ομολόγων και την απόφαση της κεντρικής τράπεζας να διακόψει τη στήριξή της, με αποτέλεσμα το εθνικό νόμισμα να απειληθεί με κατάρρευση . 

Το 2010 η Άνγκελα Μέρκελ και ο Νικολά Σαρκοζί είχαν συμφωνήσει στην γαλλική πόλη Deauville να φορτώσουν στους ιδιώτες επενδυτές (και όχι στα κράτη) το κόστος των πτωχεύσεων, αλλά εξαναγκάστηκαν σε υπαναχώρηση, αφού η αντίδραση των αγορών ήταν τέτοια που λίγο έλειψε να διαλυθεί η ευρωζώνη. 

Τώρα η «αγορά» ρίχνει προειδοποιητικές βολές στην κυβέρνηση των ΗΠΑ, την ισχυρότερη στρατιωτική δύναμη του πλανήτη, η οποία διαθέτει το δολάριο, που ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα παρέχει στην κυβέρνηση εξαιρετική ευελιξία χρηματοδότησης -όπως και η ίδια η Fitch σημειώνει. Το αδύνατο σημείο της, σύμφωνα με τη Fitch είναι το περίπλοκο σύστημα διακυβέρνησης, των λεγόμενων checks and balances (έλεγχοι και ισορροπίες) που υποχρεώνει τα δύο μεγάλα κόμματα να συνεννοούνται και να συμφωνούν προκειμένου να ανέβει το ανώτατο όριο του ομοσπονδιακού χρέους. 

Άραγε θα δούμε κάποια στιγμή στο μέλλον και θετικά σχόλια από τις εταιρείες αξιολόγησης για αυταρχικά καθεστώτα που δεν έχουν τέτοιες… περίπλοκες διαδικασίες δημοκρατικών αποφάσεων;